Η Δυσλεξία είναι μια μορφή μαθησιακής δυσκολίας, όπου το άτομο, μικρής ή μεγάλης ηλικίας, παρουσιάζει δυσκολίες στην ανάλυση των λέξεων σε ακουστικές μονάδες συλλαβικής βάσης και στη σύνθεση συλλαβικών ακουστικών μονάδων σε λεξικά σύνολα με εννοιακό περιεχόμενο.
Τα δυσλεκτικά άτομα πολλές φορές αντιμετωπίζουν πρόβλημα δυσκολίας ή ανικανότητας στο να αντιληφθούν τις ομοιότητες των αρχικών ήχων των λέξεων. Ενδέχεται π.χ. ένας δυσλεκτικός να μην αντιλαμβάνεται τον διπλό ήχο στο συμφωνικό σύμπλεγμα των λέξεων π.χ. “κλαίει”, “βάλτος” και αντί για αυτό να διαβάζει ή να γράφει “καίει”, “βάτος”.
Ορισμοί
Είναι εξελικτική διαταραχή των ακαδημαικών δεξιοτήτων(ανάγνωση,γραφή,αντίληψη μαθηματικών). Συναντάται στο 10-15% των παιδιών της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης (Αγόρια-Κορίτσια=4:1). Το 1/3 των παιδιών έχει διαταραχές και στο γραπτό και στον προφορικό λόγο.
Ένας απλός ορισμός της δυσλεξίας είναι “άτομα τα οποία δυσκολεύονται να μάθουν μέσω της γραπτής ή προφορικής γλώσσας, χωρίς να υπάρχει προφανής λόγος (τραύμα, πνευματική καθυστέρηση κτλ.)”. Σε αυτή την κατηγορία μπορεί να ανήκουν και ευφυή ή και ταλαντούχα άτομα. Η παγκόσμια ομοσπονδία της νευρολογίας καθορίζει τη δυσλεξία ως “διαταραχή που φανερώνεται από τις δυσκολίες στην εκμάθηση του διαβάσματος, παρά την επαρκή νοημοσύνη και τις κοινωνικές και πολιτιστικές ευκαιρίες του ατόμου”.
Η δυσλεξία δεν είναι αυστηρά μόνο μια διαταραχή ανάγνωσης που χαρακτηρίζεται από τις αντιστροφές. Είναι ένα σύνδρομο των πολλών και ποικίλων συμπτωμάτων που έχει επιπτώσεις σε εκατομμύρια των παιδιών και ενηλίκων.
Από πολλούς αναγνωρίζεται η δυσλεξία ως “διαφορετικός τρόπος σκέψης”: παραλληλίζοντας τη δυσλεξία με τη δυνατότητα που έχει κάποιος να “δει” πολυδιάστατα, την συνολική εικόνα, ή από οποιαδήποτε θέση κάθε φορά. Η δυνατότητα να σκέφτεται με εικόνες και να καταχωρούνται αυτές οι εικόνες ως πραγματικές. Κατά συνέπεια, αναμιγνύεται η δημιουργική σκέψη με την πραγματικότητα αλλάζοντας πολλές φορές αυτό που το δυσλεκτικό άτομο βλέπει ή ακούει.
Ενδείξεις της δυσλεξίας
Στα περισσότερα δυσλεκτικά άτομα εμφανίζονται:
1.Δυσκολίες στο γραπτό λόγo
2.Δυσκολίες στη γραφή
3.Σοβαρά προβλήματα στην ορθογραφία
4.Αργοπορία στη μάθηση της ανάγνωσης
Σε ορισμένα δυσλεκτικά άτομα εμφανίζονται:
1.Δυσκολίες στα μαθηματικά, ειδικά στην αφομοίωση συμβόλων και μορφών όπως οι πίνακες πολλαπλασιασμού
2.Προβλήματα στη βραχυπρόθεσμη μνήμη και οργάνωση
3.Δυσκολίες στην παρακολούθηση γραπτών οδηγιών και αλληλουχίας δρωμένων
4.Προβλήματα στην ανάγνωση γραπτών κειμένων
5.Παλινδρομική εκδήλωση ικανοτήτων.
Επίσης εμφανίζονται:
1.Δυσκολίες στον προφορικό λόγο
2.Προβλήματα στην εκτίμηση της απόστασης και της ενημερότητας του χώρου
3.Σύγχυση δεξιού και αριστερού.
Αντιμετώπιση της δυσλεξίας
Αν και κατά καιρούς προτείνονται διάφορες προσεγγίσεις αντιμετώπισης της δυσλεξίας, η επιστημονική κοινότητα δεν δείχνει να έχει εγκυροποιήσει κάποια από αυτές. Σε αυτό το πλαίσιο διατυπώνεται η πεποίθηση ότι περισσότερο μαθαίνει να ζει κανείς με τη δυσλεξία (καλλιεργώντας π.χ. εναλλακτικούς τρόπους μάθησης), παρά την ξεπερνά.
Ένα δυσλεκτικό παιδί, όταν κατά την ανάγνωση συναντήσει άγνωστες λέξεις δυσκολεύεται να τις διαβάσει. Για τα παιδιά αυτά είναι προτιμότερη η ολική μέθοδος διδασκαλίας πρώτης ανάγνωσης. Όταν όμως αποκτήσουν ένα ικανοποιητικό οπτικό λεξιλόγιο, τότε πρέπει σιγά-σιγά να εισαχθούν στην ανάλυση και σύνθεση των λέξεων για να μπορούν να διαβάσουν σύνθετες λέξεις.
Μία αξιολόγηση θα είναι το πρώτο βήμα για να βοηθηθεί το παιδί ή το νεαρό άτομο προκειμένου να ξεπεράσει τις δυσκολίες του. Διαθέτοντας αυτή την αξιολόγηση, ο καταρτισμένος εκπαιδευτικός μπορεί να προσαρμόσει το διδακτικό του πρόγραμμα στις ειδικές μαθησιακές ανάγκες του παιδιού, προκειμένου να ενισχύσει την αυτοπεποίθησή του, τα κίνητρα και τις στρατηγικές διεκπεραίωσης της μάθησης.
Πηγή: http://www.el.wikipedia.org